Η πρεσβυωπία (φυσιολογική γήρανση του μηχανισμού της προσαρμογής) αποτελεί ένα κοινό πρόβλημα για τα άτομα ηλικίας άνω των 40 με 45 ετών. Αρκετές πιθανές θεωρίες έχουν προταθεί σχετικά με την παθολογική φυσιολογία για την ανάπτυξη της πρεσβυωπίας. Η πιο αποδεκτή είναι η σχετιζόμενη με την ηλικία μείωση της ικανότητας του κρυσταλλοειδούς φακού να προσαρμόσει, η οποία επιδεινώνεται προοδευτικά με την αύξηση της ηλικίας 1. Το γεγονός αυτό θα μπορούσε να προκληθεί είτε από την ηλικιακή σκλήρυνση του κρυσταλλοειδούς φακού, είτε από μεταβολές στον περιφακικό σάκο και το ακτινωτό σώμα σχετιζόμενες με ηλικιακές εκφυλίσεις των ιστών. Ανεξάρτητα τον μηχανισμό, η πρεσβυωπία μειώνει την κοντινή όραση. Όταν δε διορθωθεί μπορεί να επηρεάσει την ικανότητα του ατόμου για διάβασμα, τη συμμετοχή του σε διάφορες δραστηριότητες και τελικά την παραγωγικότητα του στην καθημερινή του ζωή 2.Είναι σημαντικό να τονισθεί η σημασία του φαινόμενου της πρεσβυωπίας και το πόσο αυτή επιδρά στην καθημερινή μας ζωή. Σε μελέτες που έγιναν στην Αμερική βρέθηκε ότι το 1998, περίπου 113 εκατομμύρια Αμερικανοί πολίτες ήταν σε ηλικία άνω των 45 ετών, ηλικία που αρχίζει να εμφανίζεται η πρεσβυωπία. Η θεραπεία της πρεσβυωπίας, παρόλο που είναι αποτελεσματική με την χρήση των θετικών διορθωτικών φακών για κοντινή όραση, έχει προκαλέσει το ενδιαφέρον των ερευνητών που έχουν προτείνει μια σειρά από χειρουργικές θεραπευτικές παρεμβάσεις. Η τοποθέτηση σκληρικών ενθεμάτων επέκτασης συνιστά μία χειρουργική τεχνική επιδίωξης αναστροφής της πρεσβυωπίας μέσω αύξησης της απόστασης της ακτινωτής απόφυσης από το σκληρό χιτώνα, με επακόλουθο την ανάκτηση μέρους της ελαστικότητας των ινών της ζιννείου ζώνης 3. Εναλλακτικά, αξιοποιείται η τεχνική της ‘μονο-όρασης’ (monovision), κατά την οποία ο κυρίαρχος οφθαλμός διορθώνεται με laser ή με τοποθέτηση μονοεστιακού ενδοφακού για την εξυπηρέτηση της μακρινής όρασης, ενώ ο έτερος για εκείνη της κοντινής. Ωστόσο, ο ασθενής συχνά αντιμετωπίζει σημαντικά προβλήματα στη διόφθαλμη όραση (όπως η μείωση του βάθους πεδίου και η απώλεια στερέοψης) 4-7. Ένας άλλος τρόπος διόρθωσης αυτού του περιοριστικού παράγοντα είναι με τη χρήση προσαρμοστικών ενδοφακών οι οποίοι ακολουθούν τις κινήσεις της προσαρμογής που υπόκειται ο σάκος του περιφακίου (στον οποίο είναι τοποθετημένοι) από το ακτινωτό σώμα. Αυτοί οι φακοί μπορούν να παρέχουν 0,5-1 διοπτρίες ‘ψευδο-προσαρμογής’8. Συγκριτικές μελέτες απέδειξαν ότι οι προσαρμοστικοί ενδοφακοί παρέχουν την ίδια, άνευ διόρθωσης, μακρινή οπτική οξύτητα, όμως χάνεται η δυνατότητα για κοντινή όραση μετά τους πρώτους έξι μήνες, εξαιτίας μείωσης της ελαστικότητας του περιφακίου (ανάπτυξη μετεγχειρητικών συμφύσεων) 9.Η χρήση πολυεστιακών ενδοφακών τελευταία έχει γνωρίσει ιδιαίτερη αποδοχή τόσο από τους ασθενείς όσο και από τους οφθαλμιάτρους. Ωστόσο και με αυτή τη μέθοδο παρατηρήθηκε μία σχετική μείωση των ποιοτικών χαρακτηριστικών της μακρινής και κοντινής οπτικής οξύτητας με (best spectacles corrected visual acuity-BSCVA)/χωρίς (uncorrected visual acuity-UCVA) διόρθωση καθώς και της ευαισθησίας στην φωτεινή αντίθεση 10, 11.Οι χειρουργικές τεχνικές με τη χρήση laser στο επίπεδο του κερατοειδούς είναι μη αναστρέψιμες, καθώς μεταβάλλουν τη δομή του ιστού μέσω φωτοδιάσπασης, ενώ ο ασθενής ενδεχομένως να υποστεί μελλοντικά επιπλέον επέμβαση στους οφθαλμούς του για την αποκατάσταση του καταρράκτη. Οι χειρουργικές τεχνικές που αφορούν το σκληρό και τον κρυσταλλοειδή φακό, είναι πιο επεμβατικές και ακρωτηριαστικές για τους νέους πρεσβύωπες μέχρι 50 ετών στους οποίους ο φακός διατηρεί κάποιες εφεδρείες προσαρμογής. Έτσι, η επιστημονική κοινότητα αναζητά μία ελάχιστα επεμβατική και δυνητικά αναστρέψιμη χειρουργική τεχνική για τη διόρθωση της πρεσβυωπίας σε ασθενείς 45-55 ετών. Με βάση τα παραπάνω, η έρευνα για την διόρθωση της πρεσβυωπίας έστρεψε το ενδιαφέρον της εκ νέου στο επίπεδο του κερατοειδούς. Το τελευταίο, πολλά υποσχόμενο, επίτευγμα της επιστημονικής αυτής αναζήτησης είναι η κατασκευή ενδοκερατοειδικών διαθλαστικών ενθεμάτων 12. Το "FlexivueTM system " είναι μία τεχνική σχεδιασμένη να εισάγει ένα μικρού μεγέθους οπτικό φακό με θετική διαθλαστική δύναμη στο στρώμα του κερατοειδούς σε ένα σημείο ακριβώς απέναντι από το κέντρο της κόρης. Πρόκειται στην πραγματικότητα για ένα διπλοεστιακό φακό πάχους 15 μm και διαμέτρου 3 mm που τοποθετείται στον μη-επικρατούντα οφθαλμό. Λόγω της διπλοεστιακότητας του φακού η μακρινή όραση στο χειρουργημένο οφθαλμό επηρεάζεται πολύ λιγότερο από ότι με ένα κλασικό monovision.Με το φακό FlexivueTM τοποθετημένο, ο κερατοειδής γίνεται διπλοεστιακός. Το κεντρικό αναλλοίωτο τμήμα του κερατοειδούς οπού ο φακός είναι τοποθετημένος, προσφέρει ευκρινή μακρινή όραση και το περιφερικό τμήμα παρέχει ευκρινή κοντινή όραση.Κατά τη μακρινή όραση, οι φωτεινές ακτίνες του αντικειμένου που διέρχονται από την κεντρική plano ζώνη του ενθέματος και εκείνες που διέρχονται από την περιοχή του κερατοειδούς εξωτερικά του ενθέματος θα εστιαστούν στον αμφιβληστροειδή, ενώ οι ακτίνες του μακρινού αντικειμένου που διέρχονται από την περιφερική ζώνη του ενθέματος με τη διαθλαστική δύναμη θα εστιαστούν μπροστά από τον αμφιβληστροειδή και η θολή εικόνα που δημιουργούν θα απορριφθεί από το οπτικό σύστημα. Εστιάζοντας σε ένα κοντινό αντικείμενο, η κόρη φυσιολογικά συστέλλεται, οπότε διέρχονται μόνο οι κεντρικές φωτεινές ακτινοβολίες, αφού όμως διαπεράσουν πρώτα το ένθεμα. Οι φωτεινές ακτίνες του κοντινού αντικειμένου που διέρχονται από την κεντρική ζώνη του ενθέματος θα εστιάζονται πίσω από τον αμφιβληστροειδή και η θολή εικόνα που δημιουργούν απορρίπτεται από το οπτικό σύστημα. Οι φωτεινές ακτίνες του κοντινού αντικειμένου που διέρχονται από την περιφερική ζώνη του ενδοκερατοειδικού ενθέματος θα εστιάζονται στον αμφιβληστροειδή. Σαν αποτέλεσμα, μόνο η περιφερική ζώνη του ενθέματος παρέχει κοντινή διόρθωση και επηρεάζει τη μακρινή όραση, ενώ το κεντρικό τμήμα του ενδοκερατοειδικού φακού και η εκτός του ενθέματος ζώνη του κερατοειδούς δεν επηρεάζουν τη μακρινή όραση του ασθενούς.