Η παρούσα διατριβή αποτελεί μια μελέτη μεμονωμένης περίπτωσης μιας μικτής (πρόσωπο με πρόσωπο) λέσχης ανάγνωσης αστυνομικής λογοτεχνίας στην Αθήνα. Στη βάση της παρατήρησης 22 συναντήσεων της λέσχης και της διεξαγωγής 25 ημι-δομημένων συνεντεύξεων με μέλη της, η έρευνα επιχειρεί να προσεγγίσει τις αναγνωστικές πρακτικές, τους ειδικότερους τρόπους ανάγνωσης και συμμετοχής της αναγνωστικής ομάδας, καθώς και την ιδιαίτερη συσχέτισή τους με τις διαστάσεις του φύλου και του είδους. Η έρευνα ακολουθεί τη μεθοδολογική στρατηγική της θεμελιωμένης θεωρίας (grounded theory) για τους εξής βασικούς λόγους: 1) για να αποφύγει την επιβολή ενός προϋπάρχοντος θεωρητικού πλαισίου στα εμπειρικά δεδομένα, 2) για να αναπτύξει θεωρία μέσα από μια συστηματική διαδικασία κωδικοποίησης, 3) για να αποφύγει την «κειμενοποίηση» των δεδομένων μέσα από την εφαρμογή ενός «καχύποπτου» τρόπου ανάγνωσής τους, οργανωμένου γύρω από την απόπειρα «αποκάλυψης» ή «έκθεσης» υπόρρητων αιτιών και συσχετίσεων, αδιαφανών στα ίδια τα υποκείμενα της έρευνας. Η ανάλυση του εμπειρικού υλικού ανέδειξε τη λέσχη ανάγνωσης αστυνομικής λογοτεχνίας ως ένα δημόσιο κύκλωμα (circuit) αναγνωστικών και γραπτών ανταλλαγών, το οποίο μπορεί να προσεγγιστεί μέσα από το «παράδειγμα του δώρου», που εισήγαγε ο Marcel Mauss. Η ιδιότυπη «οικονομία του δώρου» που ενεργοποιείται στη λέσχη αναπτύσσεται στα εξής τρία επίπεδα: στην από κοινού επιλογή των βιβλίων και στη συγκρότησή τους ως υλικών και συμβολικών αντικειμένων που ανταλλάσσονται ανάμεσα στα μέλη, στην ανταλλαγή απόψεων, προφορικών και γραπτών, μεταξύ των συμμετεχόντων/ουσών και στη συγκρότηση αξίας με επίκεντρο τα πρόσωπα. Οι ανταλλαγές που διενεργούνται στη βάση πολύτροπων εστιάσεων πάνω, γύρω και έξω από τα υπό συζήτηση κείμενα, κινητοποιούν μια σειρά τοπικών ιεραρχήσεων (μορφωτικών, αναγνωστικών, ειδολογικών, συγγραφικών, επικοινωνιακών) ανάμεσα στα μέλη, οι οποίες διαμεσολαβούνται τόσο από τη διάσταση του φύλου όσο και από αυτήν του είδους της αστυνομικής λογοτεχνίας.